Η ψυχική κόπωση αποτελεί ένα από τα πιο συχνά αλλά και πιο παρεξηγημένα φαινόμενα της σύγχρονης ζωής. Πολλοί άνθρωποι αναφέρουν ότι νιώθουν «άδειοι», εξαντλημένοι ή αναποτελεσματικοί, χωρίς να έχει προηγηθεί μια ιδιαίτερα απαιτητική ημέρα. Η εμπειρία αυτής της κόπωσης οδηγεί συχνά σε σύγχυση, αυτομομφή και ενοχή. Ωστόσο, η νευροεπιστήμη και η σύγχρονη ψυχολογία δείχνουν πως αυτή η εξάντληση κάθε άλλο παρά αδικαιολόγητη είναι.
Η αόρατη ψυχική κόπωση αναφέρεται στη σταδιακή εξάντληση του γνωστικού και συναισθηματικού συστήματος που δεν προκαλείται απαραίτητα από εξωτερική δραστηριότητα, αλλά από εσωτερική υπερδιέγερση. Σύμφωνα με έρευνες της γνωστικής νευροεπιστήμης, ο εγκέφαλος καταναλώνει ενέργεια όχι μόνο όταν δρά, αλλά κυρίως όταν επεξεργάζεται πληροφορίες, προβλέπει, ανησυχεί ή οργανώνει. Η συνεχής νοητική δραστηριότητα — ακόμη κι όταν το σώμα είναι ακίνητο — εξαντλεί τα αποθέματα νευροδιαβιβαστών που σχετίζονται με την προσοχή, τη μνήμη εργασίας και τη συναισθηματική ρύθμιση.
Το χρόνιο, χαμηλού επιπέδου άγχος (low-grade anxiety) θεωρείται από τους ειδικούς ένας «σιωπηλός καταναλωτής ενέργειας». Δεν εκδηλώνεται απαραίτητα με κρίσεις πανικού ή έντονη ταχυκαρδία, αλλά λειτουργεί ως μόνιμο υπόστρωμα έντασης στο νευρικό σύστημα. Μελέτες δείχνουν ότι το σύστημα στρες παραμένει ενεργοποιημένο για πολλές ώρες μετά από μικρούς καθημερινούς στρεσογόνους παράγοντες, ακόμη κι όταν εμείς αισθανόμαστε ότι “δεν έγινε τίποτα”. Αυτή η σταθερή ενεργοποίηση εξαντλεί τον προμετωπιαίο φλοιό — το μέρος του εγκεφάλου που διαχειρίζεται τη λήψη αποφάσεων και τον αυτοέλεγχο.
Η σύγχρονη τεχνολογία μάς εκθέτει σε χιλιάδες πληροφορίες ημερησίως. Αυτή η υπερφόρτωση δημιουργεί γνωστικό θόρυβο, ο οποίος δυσκολεύει την ιεράρχηση, την προσοχή και την αυτορρύθμιση. Σύμφωνα με το cognitive load theory, η βραχεία μνήμη έχει περιορισμένη χωρητικότητα. Όταν ξεπερνιέται, ο εγκέφαλος καταβάλει δυσανάλογη προσπάθεια για να οργανώσει και να φιλτράρει πληροφορίες, ενώ η παραγωγικότητα και η ψυχραιμία μειώνονται σημαντικά.
Όταν η κόπωση δεν μπορεί να εξηγηθεί εξωτερικά, το άτομο στρέφεται προς τα μέσα. Η αυτόματη σκέψη είναι: «Κάτι φταίει σε μένα». Αυτή η ερμηνεία προέρχεται συχνά από πρώιμα σχήματα τελειομανίας, υψηλών απαιτήσεων ή φόβου αποτυχίας. Η ενοχή που προκύπτει λειτουργεί ως πρόσθετος στρεσογόνος παράγοντας. Οι έρευνες δείχνουν ότι η ενοχή αυξάνει τα επίπεδα κορτιζόλης — της ορμόνης του στρες — και επιβαρύνει περαιτέρω το σύστημα αυτορρύθμισης του οργανισμού.
Η ντοπαμίνη, ο νευροδιαβιβαστής της ανταμοιβής, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το πώς νιώθουμε ενέργεια ή κενότητα. Η «εύκολη» ντοπαμίνη προέρχεται από γρήγορα ερεθίσματα — scrolling, σύντομα βίντεο, άμεση ψυχαγωγία. Αν και προσφέρει στιγμιαία ανακούφιση, δεν συμβάλλει στη μακροπρόθεσμη ευεξία. Αντιθέτως, δημιουργεί έναν κύκλο εξάρτησης από ερεθίσματα που αυξάνουν την κόπωση. Η «δύσκολη» ντοπαμίνη απαιτεί προσπάθεια και χρόνο: δημιουργία, βαθιά συγκέντρωση, χόμπι, κίνηση, σύνδεση με άλλους ανθρώπους. Αυτή είναι που αποκαθιστά πραγματικά την ενέργεια του εγκεφάλου και μειώνει τα επίπεδα άγχους.
Η αίσθηση ότι “κουραζόμαστε χωρίς λόγο” δεν είναι πραγματική αδυναμία, αλλά ένα σημαντικό σήμα από το νευρικό μας σύστημα ότι λειτουργεί σε υπερδιέγερση. Η αναγνώριση αυτού του φαινομένου, χωρίς κριτική και χωρίς αυτομομφή, είναι το πρώτο βήμα προς την αποκατάσταση. Η ψυχική ανθεκτικότητα χτίζεται όταν σταματάμε να πιέζουμε τον εαυτό μας να λειτουργεί πέρα από τα όριά του και επιτρέπουμε επαφή με όσα μας γεμίζουν ουσιαστικά: σύνδεση, νόημα, προσπάθεια, δημιουργία.
Όταν όλα γύρω αλλάζουν, χρειάζεσαι έναν σταθερό χώρο για να σταθείς. Μαζί, τον χτίζουμε. Η σχέση μας γίνεται σημείο αναφοράς.
Ένας χώρος μόνο για εσένα!