Στην ψυχολογία, ο όρος υπέρ-προσαρμογή (overadaptation) περιγράφει μια εσωτερική κατάσταση όπου το άτομο προσαρμόζεται υπερβολικά στις ανάγκες και στις προσδοκίες των άλλων, αγνοώντας τις δικές του ανάγκες, επιθυμίες και συναισθήματα. Πρόκειται για έναν μηχανισμό επιβίωσης που συχνά ξεκινά πολύ νωρίς στη ζωή.
Όταν η αποδοχή εξαρτάται από το “να είμαι καλός”
Πολλοί άνθρωποι που υπερ-προσαρμόζονται έμαθαν από παιδιά ότι η αγάπη και η αποδοχή των σημαντικών άλλων —γονιών, δασκάλων ή συνομηλίκων— εξαρτώνται από το να είναι ήσυχοι, υπεύθυνοι, ευγενικοί, τέλειοι. Έμαθαν πως αν δείξουν θυμό, λύπη ή αδυναμία, θα απορριφθούν ή θα απογοητεύσουν τους άλλους. Έτσι, το παιδί αρχίζει να “φορά” μια μάσκα: να δείχνει πάντα εντάξει, να προσπαθεί να μην ενοχλεί και να μη ζητά.
Μεγαλώνοντας, αυτό το μοτίβο γίνεται τρόπος ύπαρξης. Το άτομο συνεχίζει να ικανοποιεί τους άλλους, να δείχνει δυναμικό και αυτάρκες, αλλά μέσα του βιώνει κόπωση, άγχος, θυμό ή κενό. Κάθε “ναι” που δεν ήθελε να πει, κάθε συναίσθημα που κατάπιε, γίνεται βάρος.
Πώς εκδηλώνεται η υπέρ-προσαρμογή
Η υπέρ-προσαρμογή μπορεί να πάρει πολλές μορφές:
• Ο εργαζόμενος που δεν λέει ποτέ όχι, αναλαμβάνει περισσότερα απ’ όσα αντέχει και νιώθει εξάντληση.
• Ο σύντροφος που προσπαθεί διαρκώς να μη στεναχωρήσει τον άλλον, ακόμη κι αν πνίγεται.
• Ο φίλος που είναι πάντα διαθέσιμος, αλλά ποτέ δεν μιλά για τα δικά του θέματα.
• Ο τελειομανής που κυνηγά ασταμάτητα την επιτυχία, για να νιώθει επαρκής.
Κοινό στοιχείο όλων: η εσωτερική αποκοπή από τον αυθεντικό εαυτό.
Τι συμβαίνει στο ψυχικό βάθος
Η υπέρ-προσαρμογή είναι μια μάσκα ασφάλειας. Κάποτε, αυτή η στρατηγική ήταν απαραίτητη για να προστατεύσει το παιδί από απόρριψη ή σύγκρουση. Όμως στην ενήλικη ζωή, η ίδια στρατηγική λειτουργεί πια ενάντια στην ψυχική ισορροπία. Το άτομο ζει μέσα από τις ανάγκες των άλλων και όχι μέσα από τη δική του εσωτερική πυξίδα.
Το τίμημα είναι η αποξένωση από τον εαυτό. Η ψυχή νιώθει άδεια, ο κόσμος μοιάζει άνοστος, και οι σχέσεις γίνονται πεδίο εξάντλησης αντί για οικειότητας.
Η θεραπεία της υπέρ-προσαρμογής
Η αλλαγή ξεκινά τη στιγμή που κάποιος παρατηρεί ότι ζει περισσότερο για τους άλλους παρά για τον εαυτό του. Η ψυχοθεραπεία βοηθά:
• να αναγνωρίσει κανείς τις παλιές εσωτερικές εντολές (“πρέπει να είμαι καλός”, “δεν επιτρέπεται να θυμώνω”),
• να ξαναβρεί επαφή με τα συναισθήματα,
• να εξασκηθεί στο να λέει “όχι” χωρίς ενοχή,
• και να δημιουργήσει σχέσεις βασισμένες στην αλήθεια και στην ισοτιμία.
Η θεραπεία δεν είναι να σταματήσεις να φροντίζεις. Είναι να μάθεις να φροντίζεις και τον εαυτό σου.
Μια υπενθύμιση
Δεν χρειάζεται να είσαι πάντα δυνατός. Δεν χρειάζεται να αποδεικνύεις την αξία σου μέσα από το πόσο αντέχεις. Η αληθινή δύναμη δεν είναι στην υπέρ-προσαρμογή. Είναι στην αυθεντικότητα. Στο να πεις: “Αυτό είμαι, έτσι νιώθω, κι αυτό χρειάζομαι”.
Και αυτό, από μόνο του, είναι θεραπευτικό.
Όταν όλα γύρω αλλάζουν, χρειάζεσαι έναν σταθερό χώρο για να σταθείς. Μαζί, τον χτίζουμε. Η σχέση μας γίνεται σημείο αναφοράς.
Ένας χώρος μόνο για εσένα!