Το να μεγαλώνεις με έναν γονιό που πάσχει από διπολική διαταραχή και αντιμετωπίζει περιόδους βαθιάς απόγνωσης ή αυτοκαταστροφικών σκέψεων, είναι μια εμπειρία γεμάτη συναισθηματικές αντιφάσεις. Το παιδί μαθαίνει πολύ νωρίς να κινείται μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει απότομα, από τη ζεστασιά και τη χαρά, στην απελπισία και τη σιωπή.
Σε τέτοια περιβάλλοντα, το παιδί συχνά αναλαμβάνει ρόλο φροντιστή. Αναπτύσσει υπερ-ευαισθησία στα συναισθήματα του γονιού, διαβάζει εκφράσεις, τόνους φωνής, μικρές αλλαγές στη διάθεση. Χωρίς να το καταλάβει, χτίζει μέσα του την πεποίθηση ότι η ασφάλεια της μητέρας εξαρτάται από το αν θα φερθεί “σωστά”. Αυτό δημιουργεί χρόνιο άγχος, ενοχή και φόβο. Το παιδί δεν μαθαίνει να είναι παιδί· μαθαίνει να είναι σε επιφυλακή.
Καθώς μεγαλώνει, το άτομο αυτό συχνά δυσκολεύεται να εμπιστευτεί, να ζητήσει βοήθεια, ή να πιστέψει ότι αξίζει φροντίδα. Η φωνή μέσα του ψιθυρίζει: “Αν πω όχι, θα πληγώσω τον άλλον.” “Αν απομακρυνθώ, ίσως συμβεί κάτι κακό.” Αυτός ο μηχανισμός ενοχής και ελέγχου μπορεί να παραμείνει για χρόνια, ακόμα κι όταν ο γονιός δεν είναι πια παρών στην καθημερινότητα.
Το πιο δύσκολο και ταυτόχρονα το πιο απελευθερωτικό, είναι να συνειδητοποιήσει κάποιος ότι: Δεν είναι υπεύθυνος για την ψυχική επιβίωση του γονιού του. Η αγάπη δεν σημαίνει να σβήνεις τον εαυτό σου. Σημαίνει να είσαι παρών χωρίς να καταστρέφεσαι, να δείχνεις ενδιαφέρον χωρίς να αναλαμβάνεις ευθύνη. Η θεραπεία, η ψυχοθεραπευτική υποστήριξη και η επανασύνδεση με το “παιδί που δεν πρόλαβε να είναι παιδί” είναι κομβικά βήματα στην πορεία της ίασης.
Όσοι μεγάλωσαν σε τέτοιο περιβάλλον συχνά έχουν έντονη ενσυναίσθηση, ανθεκτικότητα και ευαισθησία, αλλά χρειάζονται να μάθουν πως δεν χρειάζεται πια να “προβλέπουν” ή να “σώζουν” για να αγαπιούνται. Η ενηλικίωση, σε αυτή την περίπτωση, είναι μια συνειδητή πράξη αποδέσμευσης: η στιγμή που ο ενήλικος λέει στον εαυτό του: “Δεν είμαι πια ο φύλακας. Είμαι ο εαυτός μου.”
Αξίζει να θυμάσαι πως το παιδί μέσα σου δεν χρειάζεται άλλο να κουβαλάει τον φόβο. Μπορεί τώρα να μάθει να χαλαρώνει, να αγαπά χωρίς ενοχή, να εμπιστεύεται τη ζωή. Η φροντίδα που τότε δεν υπήρχε, μπορεί να δοθεί σήμερα, από εσένα προς εσένα.
Όταν εκείνη πονά και με τραβά στον πόνο της, θυμάμαι ότι η αγάπη δεν σημαίνει να χαθώ μαζί της. Μπορώ να την ακούσω χωρίς να την κουβαλήσω. Μπορώ να είμαι παρών χωρίς να είμαι υπεύθυνος. Δεν φταίω για τη θλίψη της, και δεν μπορώ να τη “διορθώσω”. Αυτό που μπορώ κι αυτό αρκεί είναι να στέκομαι με καλοσύνη, να μιλώ με ηρεμία, και όταν δεν αντέχω άλλο, να απομακρύνομαι με σεβασμό. Ακόμα κι αυτό είναι μια μορφή αγάπης.
Δεν είμαι ο λόγος που πονάει. Δεν είμαι η λύση που θα τη σώσει.
Όταν όλα γύρω αλλάζουν, χρειάζεσαι έναν σταθερό χώρο για να σταθείς. Μαζί, τον χτίζουμε. Η σχέση μας γίνεται σημείο αναφοράς.
Ένας χώρος μόνο για εσένα!